Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Από τον Κέυνς στη Θάτσερ, Χωρίς Επιστροφή... Tου Γιάννη Δραγασάκη


Οι Χρήστος Λάσκος και Ευκλείδης Τσακαλώτος πιστεύουν και, κατά τη γνώμη μου, ορθά πως οι κρίσεις δεν μπορούν να κατανοηθούν έξω από τις συνθήκες που τις δημιούργησαν. Όσα συμβαίνουν, δηλαδή, στη χώρα μας, την Ευρώπη και τον κόσμο, μετά το 2008, είναι άμεσα συνδεδεμένα με το καθεστώς συσσώρευσης του κεφαλαίου και τις διευθετήσεις γενικότερα που διαμορφώθηκαν μετά την προηγούμενη παγκόσμια καπιταλιστική κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’70.
Με την έννοια αυτή η τρέχουσα κρίση συνιστά μια πρόκληση για την Αριστερά. Για να υπερασπισθεί τους εργαζόμενους και τη δημοκρατία, αλλά και για να ανοίξει τους νέους δρόμους που η εποχή μας απαιτεί, η Αριστερά χρειάζεται να δράσει όχι με όρους αυτοσυντήρησης ή εκλογικής ενίσχυσης και μόνο. Πρέπει να ανακτήσει τη δυνατότητα να λειτουργήσει με όρους ηγεμονίας, σε έναν αγώνα πολυεπίπεδο, κοινωνικό, ιδεολογικό, και πολιτικό ταυτόχρονα.   
Οι συγγραφείς θέτουν προς συζήτηση ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, παλιών και καινούριων, και μας καλούν να σκεφτούμε για την ανάγκη υπέρβασης του οικονομισμού, την ανάδειξη του αξιακού φορτίου και του μετασχηματιστικού ρόλου της Αριστεράς, την επανεξέταση της στρατηγικής και της τακτικής της Αριστεράς στην εποχή μας, τις κοινωνικές συμμαχίες, τα άμεσα και τα μεταβατικά αιτήματα γύρω από τα οποία πρέπει η Αριστερά να εστιάσει την προσοχή της.
Καταδεικνύεται πως βασικό αποτέλεσμα της πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού, και αιτία της κρίσης που ζούμε ήταν η ιστορικών διαστάσεων ανισοκατανομή των εισοδημάτων και του πλούτου, και τα προβλήματα που αυτή δημιούργησε τελικά όχι μόνο στους εργαζόμενους αλλά και στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Η διαδικασία αυτή  δεν θα μπορούσε να συμβεί, τουλάχιστον στην έκταση που συνέβη, χωρίς τη συρρίκνωση της Δημοκρατίας, την αποδυνάμωση των συνδικάτων, τη λογική των μονόδρομων και την περιθωριοποίηση κάθε διαφορετικής άποψης. Συρρίκνωση της Δημοκρατίας λοιπόν και διεύρυνση των ανισοτήτων λειτούργησαν ως δύο διαδικασίες αλληλοτροφοδοτούμενες.
Δεν μένει λοιπόν καμία αμφιβολία πως τα ζητήματα της διανομής και αναδιανομής των εισοδημάτων και του πλούτου (μισθοί, φόροι, ιδιωτικοποιήσεις, δημόσια αγαθά), των δικαιωμάτων και εκείνα της δημοκρατίας (υπεράσπιση, διεύρυνση με κοινωνικό περιεχόμενο, και μορφές άμεσης δημοκρατίας) μπορεί να μην εξαντλούν τον ορίζοντα μιας στρατηγικής της αριστεράς, όμως δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια στρατηγική αν δεν εξασφαλίζει μια κεντρική θέση σ’ αυτά.
Θα μπορούσε η διέξοδος από αυτή την κρίση να αναζητηθεί σε μια «επιστροφή»; Οι συγγραφείς αναφέρονται σε μια επιστροφή στη μεταπολεμική «χρυσή εποχή» του καπιταλισμού, όμως, νομίζω, ο «πειρασμός» μιας επιστροφής δεν περιορίζεται  σε αυτή τη μορφή. Η «επιστροφή» π.χ. στα καθεστώτα του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού δεν έχει πάψει να συνιστά τον πυρήνα της στρατηγικής τμημάτων της Αριστεράς στη χώρα μας. Αλλά και προτάσεις που ακούγονται στο χώρο της Αριστεράς για έξοδο από το ευρώ, έχουν ως σημείο αναφοράς την Ελλάδα των δεκαετιών του ’70 και του ’80: οι τράπεζες ήταν κρατικές σε ποσοστό μέχρι 80% - 90%, οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ανήκαν στο κράτος, ενώ υπήρχαν έλεγχοι συναλλάγματος και δασμοί. Αλλά αυτό ακριβώς το μοντέλο ήταν που οδηγήθηκε σε κρίση.
Οι συγγραφείς δεν αποκλείουν μια έξοδο από την κρίση, με τη λογική του κεφαλαίου. Προειδοποιούν όμως πως μια τέτοια διέξοδος θα απαιτούσε μια ακόμη μεγαλύτερη ήττα του κόσμου της εργασίας, βίαιη επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου, και ενδεχομένως με διακινδύνευση της ίδια της δημοκρατίας, μέσω της προώθησης βίαιων πρακτικών καταστολής και αυταρχικών θεσμικών ρυθμίσεων. Μια τέτοια διέξοδος παίρνει τη μορφή ενός κοινωνικού πολέμου με στόχο τη διαμόρφωση μόνιμων συνθηκών καθυπόταξης της εργασίας στο κεφάλαιο, και τη δημιουργία συνθηκών αυξημένης κερδοφορίας και έναρξης ενός νέου  ανοδικού κύκλου, υπό τη μορφή ενός νέου κερδοσκοπικού επεισοδίου.  Έναν τέτοιο πόλεμο έχουμε πράγματι στη χώρα μας από το Μάιο του 2010, με την εφαρμογή του Μνημονίου υπό τη εποπτεία της τρόικα, στο όνομα της μείωσης του Δημόσιου Χρέους και των ελλειμμάτων.
Η Αριστερά λοιπόν είναι αντιμέτωπη σήμερα με ένα διπλό καθήκον: την αντίσταση στον πόλεμο αυτό, την άμυνα, για τον περιορισμό έστω ή την επιβράδυνση των καταστροφών. Και ταυτόχρονα την προέκταση και τη διεύρυνση του ορίζοντα αυτού του αγώνα με το άνοιγμα νέων δρόμων μέσα από μεταβατικά αιτήματα και διεκδικήσιμους στόχους. Έτσι ώστε να αναδειχθεί σε δύναμη αποτελεσματικής αντίστασης αλλά και αλλαγής και μετασχηματισμού της κοινωνίας.
Οι συγγραφείς κλείνουν το βιβλίου τους με προτάσεις για επιλογές πολλές από τις οποίες τις θέτουν με διλημματικό τρόπο. Πράγματι αυτή η κρίση μας επιβάλλει να κάνουμε επιλογές. Ταυτόχρονα όμως μας επιβάλλει να βρούμε δρόμους ενότητας. Γνωρίζουμε καλά πως το πρώτο χωρίς το δεύτερο μπορεί να οδηγήσει σε νέους κατακερματισμούς και διασπάσεις, αλλά και μια ενότητα με τη μορφή της συνάθροισης δεν θα έχει βάθος και σταθερότητα. Η ανάπτυξη λοιπόν μιας κουλτούρας ειλικρινούς διαλόγου και η αναζήτηση των όρων κοινής δράσης, και ενότητας μέσα από τη διαφορετικότητα είναι από τα πιο επείγοντα καθήκοντα των καιρών μας.
* Το παρόν άρθρο που θα δημοσιευθεί στις «Αναγνώσεις» της εφημερίδας «ΑΥΓΗ», στις 27/11/2011, βασίστηκε σε ομιλία κατά την παρουσίαση του βιβλίου των Χρ. Λάσκου και Ευ. Τσακαλώτου «Από τον Κέυνς στη Θάτσερ, Χωρίς Επιστροφή», στις 25/10/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: